ALESSANDRO DELL'AQUA

Ο Alessandro Dell’Αcqua αναδεικνύεται σε κυρίαρχο του παιχνιδιού, δημιουργώντας για άλλη μια φορά στην καριέρα του μια αναγνωρίσιμη ετικέτα, η οποία συνδυάζει τις διαχρονικές αξίες της μόδας με τις επίκαιρες στιλιστικές αναζητήσεις. O Filep Motwary συνάντησε τον Ιταλό σχεδιαστή μόδας.

Από το 1996 που πρωτοεμφανίστηκε στην Εβδομάδα Μόδας του Μιλάνου μέχρι σήμερα, ο Alessandro Dell’Acqua είναι ένα από τα πιο σημαντικά ονόματα που ορίζουν το Made in Italy, με μια πορεία-εξαίρετο παράδειγμα τόλμης, αυτοπεποίθησης και δεξιοτεχνίας. Ο σχεδιαστής από τη Νάπολη έγινε γρήγορα γνωστός για την εκλεπτυσμένη προσέγγιση του γυναικείου σώματος, και παραμένει επίκαιρος χάρη στη συλλογή N°21 που υπογράφει τα τελευταία δώδεκα χρόνια. Αυτό το δημιουργικό εγχείρημα, του οποίου το όνομα εμπνεύστηκε από τον τυχερό του αριθμό -την ημερομηνία των γενεθλίων του-, αποτελεί τη διέξοδο που χρειαζόταν ώστε να εκφραστεί αυθεντικά και πέρα από κάθε περιορισμό που πιθανόν του έθεταν οι οίκοι με τους οποίους συνεργάστηκε κατά καιρούς.

Μιλάμε μέσω Zoom και η γεμάτη ενδιαφέρον κουβέντα μας κυλάει αυθόρμητα. Θέλοντας να πάρουμε την ιστορία από την αρχή, του ζητώ να μοιραστεί μαζί μου τις νεανικές του επιρροές. Μου απαντά με ενθουσιασμό ότι το μεγαλείο, η εκφραστική και η αισθητική γενναιοδωρία του κινηματογράφου ήταν αυτά που τον ενέπνευσαν να ξεκινήσει το δικό του ταξίδι. «Τα πάντα για μένα άρχισαν από το σινεμά – από τον ιταλικό νεορεαλισμό και τις όμορφες πρωταγωνίστριες, που παραμένουν ανεξίτηλες στον χρόνο», μου λέει. «Ίσως να έπρεπε να γίνω ηθοποιός, ώστε να παραμείνω κι εγώ στην αιωνιότητα μέσα από ταινίες, γεμάτες καλαισθησία και σημασία στη λεπτομέρεια. Ήμουν όμως ντροπαλό παιδί, κι έτσι προτίμησα να γίνω σχεδιαστής μόδας. Εύχομαι με αυτά που κάνω να συμβάλω κάπως στην ομορφιά, όπως την προέβαλαν οι μεγάλοι σκηνοθέτες που τόσο θαυμάζω».

Ο ίδιος γνωρίζει καλά τη διαφορά μεταξύ πραγματικότητας και φαντασίας, και αντιμετωπίζοντας και τις δύο ως αστείρευτες πηγές έμπνευσης, δημιουργεί εκπληκτικά ρούχα που συμβάλλουν στην επικοινωνία μεταξύ των ανθρώπων, αποτελώντας μια καλή δικαιολογία για να επενδύσει κανείς σε αυτά. Μου λέει πως από την αρχή είχε την υποστήριξη σημαντικών ανθρώπων, όπως η Franca Sozzani, ο Edward Enninful, εκπρόσωποι του ιταλικού και του διεθνούς Τύπου και στιλίστες. «Όταν ξεκινούσα, ομολογώ ότι δεν ήμουν βέβαιος πως θα μπορούσα να ενταχθώ σε αυτή την τόσο απαιτητική βιομηχανία. Ήθελα να είμαι αυθεντικός και μέχρι σήμερα παραμένω πιστός στις αρχές μου και στους λόγους που επέλεξα αυτό το επάγγελμα. Την περίοδο μεταξύ 1996 και 2000 περνούσα φανταστικά, γιατί ήμουν πολύ νέος και ένιωθα πραγματικά ελεύθερος, χωρίς εμπορικές δεσμεύσεις. Με την ωρίμανση του brand Alessandro Dell’Acqua, όμως, η επαγγελματική μου στάση αναγκαστικά έπρεπε να αλλάξει και μαζί ο τρόπος σκέψης μου».

Το 2009 αποχώρησε από την επωνυμία του, αφού πρώτα κοινοποίησε μια ανοικτή επιστολή προς τον Τύπο, στην οποία μεταξύ άλλων ανέφερε ότι η Cherry Grove, η εταιρεία που παρήγαγε και διένειμε τις συλλογές του, δεν του επέτρεπε να ελέγχει πλέον την ποιότητα των προϊόντων που υπέγραφε. Η απόφασή του να φύγει ήταν μονόδρομος, ώστε να προστατεύσει τους επαγγελματίες και το κοινό από είδη που του ήταν παντελώς άγνωστα. Ωστόσο, όταν μια πόρτα κλείνει, μια άλλη ανοίγει, κι έτσι τον Μάιο του 2010 προσλήφθηκε από τον Brioni ως δημιουργικός διευθυντής της σειράς γυναικείων ενδυμάτων του, συνεργασία η οποία τερματίστηκε τον επόμενο χρόνο. Την ίδια χρονιά γεννήθηκε η επωνυμία N°21, με μοντέρνα γυναικεία ρούχα, στην οποία προτέθηκε αργότερα η ανδρική σειρά, με άμεση διάθεση σε καταστήματα στο Μιλάνο και στο Τόκιο. Παράλληλα, το 2013 ο Dell’Acqua ανέλαβε δημιουργικός διευθυντής στον θρυλικό Rochas, όπου παρέμεινε έξι χρόνια. «Θεωρώ υγιές το ότι εργάστηκα και σε άλλα brand πέραν του δικού μου», παραδέχεται. «Αυτή η συνεχόμενη εναλλαγή ρόλων από τη μία αισθητική στην άλλη μού χάρισε την ευελιξία που μου έλειπε. Η περίοδος στον Rochas, για παράδειγμα, ήταν πολύ σημαντική, γιατί βρισκόμουν σε ένα περιβάλλον όπου δουλεύαμε με τις αρχές της υψηλής ραπτικής. Υπήρχαν μέρες που εργαζόμουν ταυτόχρονα για το δικό μου brand και για τον Rochas. Με φαντάζεστε να φτιάχνω στενά δερμάτινα παντελόνια με τρουκ για τη N°21 και δύο ώρες αργότερα να σχεδιάζω βραδινές τουαλέτες από satin duchess με κεντήματα από τον Lesage; Πρόκειται για δύο πράγματα εντελώς διαφορετικά μεταξύ τους. Ήταν σχεδόν σχιζοφρενικό! Από τη μια ένιωθα πως όλο αυτό με έσπρωχνε να γίνω ακόμα καλύτερος και ταχύτερος, από την άλλη όμως, και βλέποντας σήμερα τα πράγματα από απόσταση, δεν μπορούσα να αφιερώνω τον χρόνο που έπρεπε στις συλλογές, και αυτό ήταν λάθος. Το τρελό μου πρόγραμμα επηρέαζε αρνητικά και την ομάδα μου, που έπρεπε να είναι συνεχώς σε εγρήγορση, έτοιμη να φέρει εις πέρας κάθε νέα ιδέα. Ήταν πολύ δύσκολο».

 

Μελετώντας την πορεία του, γίνεται προφανές ότι μεγάλο μέρος της φήμης του βασίστηκε στην αξία των δημιουργιών του, δεδομένου ότι έγινε γνωστός χωρίς τη βοήθεια των social media, σε αντίθεση με τους νέους σχεδιαστές σήμερα. Η επιτυχία τότε εξαρτιόταν απόλυτα από τη σκληρή δουλειά, την επιμονή και, βεβαίως, από το ταλέντο. «Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης άλλαξαν τον κόσμο και συνεπώς την αισθητική και τα όριά μας», εκτιμά. «Θυμάμαι πόσο σημαντική ήταν η κριτική των δημοσιογράφων μόδας και πόσο επηρέαζαν το κοινό με τα κείμενά τους στις εφημερίδες και στα περιοδικά, που ήταν πάντα αιχμηρά και ειλικρινή. Είχαν όση δύναμη χρειαζόταν για να ανυψώσουν έναν σχεδιαστή ή να τον ενθαρρύνουν να εξελιχθεί. Σήμερα όλα εξαρτώνται από τους followers. Είναι, ίσως, ευκολότερο να είσαι φωτογενής και αυτό είναι αρκετό για τον περισσότερο κόσμο, που δεν έχει πια τον χρόνο ή τη διάθεση να ψάξει και να μελετήσει κάτι εις βάθος. Όλα κινούνται με γοργούς ρυθμούς. Προσωπικά προτιμώ έναν κόσμο χωρίς την επιρροή των social media, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τη μόδα. Ίσως χρειάζεται να βρεθεί ένας νέος τρόπος επικοινωνίας, πιο ειλικρινής. Στα social η δράση και η αντίδραση είναι πλέον άμεσες και πολλές φορές δεν έχουν καμία απολύτως σημασία. Θυμάμαι ότι παλιά μεσολαβούσαν μέρες, μπορεί και εβδομάδες, μέχρι να λάβουμε τις πρώτες εντυπώσεις από τον Τύπο. Και ήταν πάντα ακριβείς. Το μεγαλύτερο πρόβλημα σήμερα είναι πως το ενδιαφέρον για τη μόδα έχει μετακινηθεί. Οι σχεδιαστές εστιάζουν περισσότερο στο εφήμερο, στην ατελείωτη λίστα των celebrities και όχι στα ίδια τα ρούχα. Για να οικοδομήσουμε το μέλλον, όμως, οφείλουμε να γνωρίζουμε καλά την ιστορία αυτού που έχουμε αναλάβει να υπηρετήσουμε και να εξελίξουμε», πιστεύει. «Η περιέργεια και, επιτρέψτε μου να πω, η αυτοβελτίωση είναι απαραίτητα σε κάθε δημιουργό, πόσω μάλλον σε αυτή τη δουλειά, που βασίζεται στη συνεχή εξέλιξη. Δεν πρέπει όμως να ξεχνάω πως ανήκω σε άλλη γενιά και ίσως είμαι περισσότερο αυστηρός απ’ όσο πρέπει».

Δεδομένου ότι μου αρέσει να παρακολουθώ τη νέα γενιά, να γνωρίζω δημιουργούς οι οποίοι δεν έχουν ακόμη ιδρύσει δική τους επωνυμία ή, απλώς, μόλις έχουν τελειώσει κάποια σχολή, να βοηθώ όσο μπορώ εκείνους που βλέπω ότι έχουν προοπτική, δεν μπορώ να μην παραδεχτώ ότι υπάρχουν πολλά ταλέντα εκεί έξω που χάνονται μέσα στην ομοιομορφία που επικρατεί στο ίντερνετ. Για να υπάρξει εξέλιξη, χρειάζεται να βάλουν την προσωπικότητά τους σε αυτά που φτιάχνουν, αλλιώς η δημιουργικότητά τους θα εξανεμιστεί. Και η εξίσωση αυτή είναι πολύ δύσκολη.

Ας επιστρέψουμε όμως στον Dell’Acqua, για τον οποίο η κάλυψη των γυναίκειων αναγκών μέσα από μια σχεδιαστική προσέγγιση που τείνει να είναι περισσότερο ανδρική είναι κάτι φυσικό. Όμως, δεν του αρκεί η απλή αποδόμηση ενός μπλέιζερ, για παράδειγμα, επιδιώκει να απαλύνει τις αυστηρές γραμμές του προσθέτοντάς του καμπύλες -το πιο θελκτικό χαρακτηριστικό του γυναίκειου σώματος-, κάνοντάς το έτσι να μοιάζει με κορσέ. Η τεχνική της «κορσερί» επαναλαμβάνεται στη δουλειά του, χαρίζοντας αισθησιασμό στις κατά τα άλλα απατηλά αστικές προτάσεις του.

Η συλλογή του γι’ αυτόν τον χειμώνα έρχεται με δυνατούς, κάπως πεσμένους ώμους, άψογο tailoring, τονισμένη με μαεστρία μέση και σιλουέτες που θυμίζουν κλεψύδρα. Όμως, το σώμα προσεγγίζεται με σεβασμό, χωρίς να ασφυκτιά. Αν και το σεξ στον χάρτη της μόδας αποτελεί για κάποιους ταμπού, ο Dell’Acqua το ασπάζεται και το προβάλλει χωρίς δισταγμό. Η σαγήνη, το φλερτ και το πάθος αποτελούν συστατικά ενός κόσμου που αποθεώνεται μέσα από τη μυθοπλασία του σινεμά, και αυτό τον εξιτάρει ακόμα περισσότερο. Για την τρέχουσα συλλογή του δεν χρησιμοποίησε καμία προφανή αναφορά ή έμπνευση. Όπως μου εξομολογήθηκε, ήθελε απλώς να επιστρέψει στη ραπτική, εφαρμόζοντας τις ιδέες του πάνω στο ίδιο το σώμα. Υπάρχουν αρκετά δείγματα draping, πότε σε δέρμα, μοχέρ ή τουίντ και πότε σε κασμίρι και σε αραιοπλεγμενα knitwear, που αγκαλιάζουν τη σιλουέτα σχεδόν με στοργή. Ο αισθησιασμός κυριαρχεί και σε άλλες προτάσεις, με παγέτες, στρας, νεοπρέν υφές και χαβανέζικα μοτίβα με φοίνικες και εξωτικές παραλίες σε κάπες, παλτά και εφαρμοστά κολ ρουλέ στις αποχρώσεις του καφέ – όλα ιδέες που υποστηρίζουν μια μοντέρνα επιτήδευση. Οι συνθετικές γούνες, πάλι, κλείνουν το μάτι στις καμπάνιες για τη διάσωση των ζώων του πλανήτη, παρατείνοντας τη ζωή τους για ακόμα μία σεζόν. Τι πλούτος, τι φρεσκάδα, τι ελευθερία! σκέφτομαι.

«Η μείξη γυναικείων και ανδρικών στοιχείων, οι απροσδόκητοι συνδυασμοί και τα εσκεμμένα λάθη με ωθούν να δίνω νέα πνοή στο όραμά μου. Θέλω οι γυναίκες και οι άνδρες που φορούν τα ρούχα μου να έχουν εμπειρίες, να μην είναι πολύ νέοι. Το street style παίζει σημαντικό ρόλο στη μόδα εδώ και χρόνια. Ο όρος έχει ευρεία εφαρμογή και μπορεί να σημαίνει πολλά διαφορετικά πράγματα την ίδια στιγμή. Αυτό είναι κάτι που θέλω να αλλάξω μέσα από τη διατήρηση της υψηλής ποιότητας και την επαναφορά αξιών που σιγά σιγά χάνονται. Το sportwear τα τελευταία χρόνια έχει γνωρίσει ευρύτατη αποδοχή, ειδικά μάλιστα μετά την πανδημία. Πάει πολύς καιρός όμως που η μόδα βίωσε μια πραγματικα μεγάλη αλλαγή, μια ουσιαστική επανάσταση, μια αφορμή για επανεκκίνηση. Όντως υπάρχει κρίση και ένα ταρακούνημα είναι αναγκαίο για να πάμε μπροστά. Θα ήταν ωστόσο καλό να γίνει αυτό ανατρέχοντας με κάποιον τρόπο στο παρελθόν, στις ρίζες της καλαισθησίας. Πιστεύω πως ο κόσμος έχει κουραστεί από τη βαρετή άνεση του sportswear που δεν διαχωρίζει τις ώρες της ημέρας και της νύχτας. Θέλει να νιώσει ξανά κομψός και σέξι, να ντύνεται με ρούχα υψηλής ποιότητας και κατασκευής. Ο Anthony Vaccarello στον Saint Laurent είναι ένα καλό παράδειγμα σχεδιαστή που υπερασπίζεται την κλασική έννοια του ενδύεσθαι, μεταφράζοντάς τη με εντελώς καινούργιο τρόπο», πιστεύει.

Τον ενημερώνω πως η ιδέα γι’ αυτή τη συνέντευξη ήταν της Θάλειας Καραφυλλίδου, η οποία, καλεσμένη στο σόου του N°21 για τη σεζόν F/W ’22-’23, ερωτεύτηκε τα ρούχα του. Τον ρωτώ ποιο ήταν το αρχικό του όραμα και γιατί πέρασε τόσος καιρός μέχρι να γίνει δημοφιλής η σειρά. «Όταν την ξεκίνησα, έπρεπε με κάποιον τρόπο να αποτινάξω την ετικέτα Alessandro Dell’Acqua με την οποία είχα γίνει γνωστός και αφορούσε κυρίως τα βραδινά ενδύματα. Για μένα τότε όλα στροβιλίζονταν γύρω από το κόκκινο χαλί και τις διασημότητες. Η επωνυμία N°21 γεννήθηκε κατά την κορύφωση της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης και εκφράζει μια πιο σύγχρονη ιδέα για το τι σημαίνει μόδα, περιλαμβάνοντας ρούχα για μια στιλιστικά ελεγχόμενη καθημερινότητα τόσο για τους άνδρες όσο και για τις γυναίκες. Ζητούμενο ήταν η καλή σχέση ποιότητας-τιμής και σε αυτό οφείλεται η επιτυχία μας. Ακολούθησα μια συγκεκριμένη στρατηγική -σχετικά απλή θα έλεγα-, ώστε να χτίσω κάτι ουσιαστικό βήμα βήμα, μέχρι να καθιερωθεί η επωνυμία. Οι συλλογές μας ήταν στην αρχή μικρές, με πολύ λίγα κομμάτια, που αυξάνονταν κάθε νέα σεζόν. Πλέον δεν έχω να αντιμετωπίσω την πίεση του χρόνου και πρέπει να πω πως δεν μου αρέσει να κάνω μακροπρόθεσμα σχέδια. Στην επόμενη δεκαετία ελπίζω ότι η N°21 θα συνεχίσει να διατηρεί την ταυτότητα και την αναγνωσιμότητα που τη διακρίνει. Αυτό που έχει σημασία είναι να ελέγχω οτιδήποτε φέρει την υπογραφή μου».

Η κουβέντα μας έρχεται στις αλλαγές που συνέβησαν στη μόδα πριν αλλά και μετά την πανδημία, καθώς και στις διαφοροποιήσεις στο επάγγελμα του σχεδιαστή. «Σήμερα, μέσα από μία μόνο συλλογή προσπαθούμε να ανταποκριθούμε σε ένα πλήθος αναγκών και στον τρόπο ζωής γυναικών διαφορετικής ηλικίας και καταγωγής. Δεν είναι εύκολο», τονίζει.

«Είναι απαραίτητο να λαμβάνουμε κάθε φορά υπόψη διάφορους εμπορικούς περιορισμούς, ωστόσο προσωπικά μου αρέσει να εμπιστεύομαι το ένστικτό μου. Η γυναίκα της συλλογής N°21 χαρακτηρίζεται από έντονη προσωπικότητα, που της επιτρέπει να συνδυάζει διαφορετικά, ακόμη και αταίριαστα μεταξύ τους κομμάτια, τονίζοντας τη θηλυκότητά της. Ας μην ξεχνάμε ότι στη μνήμη μας παραμένουν πάντα εκείνες που ακολουθούν με συνέπεια το στιλ που έχουν επιλέξει, δημιουργώντας μια απόλυτα προσωπική, αναγνωρίσιμη ταυτότητα», καταλήγει.

 

 

  • SHARE
SHORT BIO

The interview was published in the November  2022 issue of Vogue Greece.